«Εμείς» να δώσουμε ζωή στις γειτονιές!

«Εμείς» να δώσουμε ζωή στις γειτονιές!

Προσωπικά, λυπάμαι που προτάσεις και ιδέες που προέρχονται έξω από κόμματα και οργανώσεις δεν εισακούονται από κορυφαία στελέχη. Ευτυχώς, είναι παρηγορητικό ότι υπάρχει κόσμος που ακούει. Και αν αργεί η Αριστερά, οι πολίτες σπεύδουν. Έχοντας γράψει στο Περίπτερο Ιδεών για την ανάγκη ξεμπροστιάσματος των βουλευτών σε επίπεδο εκλογικής τους περιφέρειας, προκειμένου να βαθύνει το ρήγμα στους κόλπους των κομμάτων εξουσίας, χάρηκα που, πριν λαλήσει τρις, πολίτες της Πιερίας και του Ηρακλείου Κρήτης έστειλαν εξώδικα κατά των τοπικών βουλευτών ζητώντας τους ευθύνες!

Μπράβο τους!

 

Επίσης, ήταν πολύ γρήγορη η ανταπόκριση στην πρόταση μας να δώσουμε εμείς οι ίδιοι ζωή στην πλατεία Βικτωρίας, χωρίς πολώσεις, ταμπέλες και ασφυκτικά πολιτικά πλαίσια, σε συνεργασία με τα καταστήματα και τις επιχειρήσεις της γειτονιάς.
Ήδη παίρνονται πρωτοβουλίες από διάφορες ομάδες, πραγματοποιήθηκαν δύο λογοτεχνικές εκδηλώσεις και προβλήθηκε το Debtocracy. Και το περασμένο σαββατόβραδο, «εμείς», δηλαδή μερικοί κάτοικοι της πλατείας Βικτωρίας και περιχώρων, κάναμε μία ωραιότατη βραδιά με μπουζούκια και μπαγλαμάδες. Παρ’ όλο που για πρακτικούς λόγους δεν το δημοσιοποιήσαμε στον τύπο ή το ραδιόφωνο, πήγε καλά! Γιατί εκτός από μερικούς καλούς φίλους, ήρθαν πολλές παρέες από τη γειτονιά, άνθρωποι που μέχρι χτες δεν τους ξέραμε.
Η βραδιά έγινε στο σουβλατζίδικο, στο φαρδύ πεζοδρόμιο που έχει τα τραπέζια και τις καρέκλες του. Η διαδικασία; Απλή, πολύ απλή: Με μερικά τηλεφωνήματα και είκοσι αφισέτες που βάλαμε δύο μέρες νωρίτερα, παρ’ όλο που έλειπε πολύς κόσμος λόγω τριημέρου, μαζεύτηκαν εκατό γνωστοί και άγνωστοι, φίλοι και περίοικοι, γύρω από τους ΧιΨι που έπαιζαν ρεμπέτικα μέχρι τις επτά το πρωί!
Αυτές δεν είναι πρωτότυπες δράσεις, αλλά δεν είναι και μπαγιάτικες. Και το πιο σημαντικό είναι ότι δεν θέλουν ούτε κεντρικές γραμμές, ούτε καθοδηγητές, ούτε καν λεφτά. Λίγο μεράκι, λίγο κρασί και (εκτός από το αγόρι ή το κορίτσι σας) λίγο επιστροφή στην κοινωνία.
Το τελευταίο διάστημα, η πλατεία βρέθηκε στο επίκεντρο της δημοσιότητας εξ αιτίας του δολοφονικού μαχαιρώματος ενός πολίτη που έγινε στην περιοχή. Πολύ δυσάρεστο γεγονός που το αξιοποίησαν στο έπακρο οι χρυσαυγίτες για να στήσουν ένα χορό γύρω από το άτυχο θύμα, το οποίο καμία σχέση δεν είχε με τους φασίστες, κλαψουρίζοντας υποκριτικά για μια ανθρώπινη ζωή που χάθηκε άδικα και ταυτόχρονα σφάζοντας με μαχαίρια και σακατεύοντας ανυπεράσπιστους μετανάστες που έχουνε μάνα, αδελφές, γυναίκα και παιδιά, χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά, φτωχαδάκια, που για τους Ελληνοχριστιανούς φασίστες δεν είναι παιδιά του καλού θεού τους! Και δεν θα τα κατάφερναν οι νεοναζί, αν δεν είχαν δύο μεγάλους υποστηριχτές: την αστυνομία, που τους καλύπτει, υποθάλπει και αβαντάρει, και μεγάλα μέσα ενημέρωσης, που τους είχαν ώρες ολόκληρες ιδίως στα πρωινάδικα, όπως του Παπαδάκη στον Αντένα, να κάνουν φασιστική και ρατσιστική προπαγάνδα.
Έτσι δημιούργησαν ένα σκηνικό, που άγγιξε την πλατεία Βικτωρίας, αλλά δεν την άλωσε, τελικά. Γιατί φαίνεται ότι αφενός δεν βρήκαν οι φασίστες επαρκή ερείσματα και αφετέρου γιατί στη Χέιδεν είναι η Βίλα Αμαλία, με τους αντιεξουσιαστές που προστάτευσαν την πλατεία εκείνες τις δύσκολες μέρες.
«Εμείς» σκεφτήκαμε ότι είναι η καλύτερη στιγμή να διαφυλάξουμε την πλατεία, όχι με ρόπαλα και στείρες αντιπαραθέσεις με τον ακροδεξιό υπόκοσμο, αλλά συνδέοντας τις δράσεις μας με τα πραγματικά προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι κάτοικοι σ’ αυτή την ωραία περιοχή του κέντρου.

 

 

Κόντρα στη θανατίλα!

Το σοβαρότερο πρόβλημα είναι η αναδουλειά. Η πλατεία έχει γύρω της εκατοντάδες μαγαζιά και επιχειρήσεις, που αιμορραγούν ασταμάτητα, πηγαίνοντας από το κακό στο χειρότερο. Γιατί, το ρήμαγμα της χώρας, και του εμποράκου, όπως αποκαλύφθηκε πανηγυρικά, έχει ξεκινήσει εδώ και χρόνια με τη συστηματική καταλήστευση της χώρας από 19 οικογένειες και τα βαποράκια τους, τους πολιτικούς, με υποστυλώματα ουκ ολίγους δημοσιογράφους, πανεπιστημιακούς και λοιπούς διανοούμενους. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, η κρίση εμφανιζόταν από τα ΜΜΕ και τους ακροδεξιούς, που βρίσκονται μέσα σε όλα τα κόμματα εξουσίας κι όχι μόνο στα συμπληρώματά τους, τύπου ΛΑΟΣ, ότι είναι κρίση που οφείλεται στη «λαθρομετανάστευση» και στις διαδηλώσεις που γίνονται στους κεντρικούς δρόμους της πόλης. Κι αυτό το έχαψαν αμάσητο πολλοί έμποροι και ελεύθεροι επαγγελματίες, ακόμα και υπάλληλοι και εργάτες, από τα δεξιά ώς τα αριστερά.
Έτσι απέκρυψαν ότι η κρίση οφειλόταν στον εκτροχιασμό της χώρας που ροκανιζόταν από τον υπερδανεισμό, τη φαυλοκρατία, τις υπερτιμολογήσεις στα δημόσια έργα και τις προμήθειες, αλλά και στην εσωτερική αποδόμηση της ελληνικής οικονομίας. Τη συστηματική αποβιομηχάνιση και εγκατάλειψη της αγροτικής παραγωγής, αλλά και την προσχεδιασμένη καταστροφή του λιανικού εμπορίου με τη συγκεντροποίηση σε δέκα-είκοσι τεράστια εμπορικά κέντρα τα οποία στην κυριολεξία ρούφηξαν τους τζίρους εκατοντάδων χιλιάδων μαγαζιών, από τα οποία ζούσαν εκατομμύρια πολίτες και αποτελούσαν το ζωτικό τομέα κάθε γειτονιάς, άνευ του οποίου κάθε συνοικία μαραζώνει, υποβαθμίζεται και πεθαίνει. Και έγινε τόσο αποτελεσματική προπαγάνδα, τέτοια πλύση εγκεφάλου, που οι πολίτες -έμποροι και καταναλωτές- γιόρταζαν αποβλακωμένοι αυτή τη θανάτωση της ζωής σαν εκσυγχρονισμό και ανάπτυξη. Τους έμαθαν να χαίρονται με το θάνατό τους ή με το θάνατο του διπλανού τους που προηγείται, και τους έκαναν συνενόχους με δάνεια και τηλεοπτική λάσπη, μετατρέποντας τον πολίτη από σκεπτόμενο άνθρωπο σε καταναλωτικό χόρτο.
Αυτή τη θανατίλα βιώνουμε τώρα.
Τι κάνουμε, λοιπόν;
Στην πλατεία Βικτωρίας, ξεκινήσαμε μόνοι μας την αναζωογόνησή της, τώρα!
Πρώτο βήμα. Να σπάσουμε το φόβο που έχουν εμφυσήσει στους κατοίκους με θετικές ενέργειες. Να ξαναγαπήσουμε την περιοχή μας. Να σκεφτόμαστε συλλογικά. Να συμμετέχουμε.
Πήραμε σβάρνα τα μαγαζιά. Εσείς, τους είπαμε, θα βάζετε το χώρο κι «εμείς» θα σας φέρνουμε κόσμο, πελάτες, θαμώνες. Εδώ και τώρα! Κι αυτό έχει μεγάλη απήχηση.
Στο σουβλατζίδικο ήταν ωραία. Οι 80 καρέκλες δεν έφτασαν, παρ’ όλο που είχαμε φοβηθεί προς στιγμήν, όταν διαπιστώσαμε ότι οι εννιά στους δέκα φίλους που καλέσαμε τηλεφωνικά, έλειπαν για το τριήμερο του Αγίου Πνεύματος. Έτσι, καταλήξαμε και στο εξής χρήσιμο συμπέρασμα. Να φροντίσουμε ώστε η επανάσταση να μη γίνει Σαββατοκύριακο ή κανένα τριήμερο αργιών, γιατί πολλοί αριστεροί θα λείπουνε στις εξοχές! Αν και ένας φίλος είπε ότι μάλλον είναι καλύτερα να λείπουν οι αριστεροί, γιατί αν είναι παρόντες, μέχρι να τα βρούνε μεταξύ τους, η ευκαιρία για την επανάσταση θα έχει χαθεί! Κακίες!

Στέλιος Ελληνιάδης

[Η φωτογραφία είναι του Στέλιου Ελληνιάδη]

 ΔΗΜΟΣΙΕΥΤΗΚΕ  :

 φ. 70, 18 Ιουνίου 2011 
 

Ναι στις πλατείες – Όχι ποντικοφάρμακο στους πολιτικούς

Ναι στις πλατείες  – 

Όχι ποντικοφάρμακο στους πολιτικούς

 Επικηρύξτε τους!

Περνάω κάθε πρωί αυτό το τρομερό τεστ αντοχής, να βλέπω τον «εγώ δεν είμαι λαϊκιστής» Παπαδάκη, τους «πουλάμε και λίγη τρέλα» Καμπουράκη-Οικονομέα και τους «όπου με βάλεις κάθομαι» Λυριτζή-Οικονόμου! Μια χαρά τούς θυμάμαι, χρόνια τώρα, να αποσιωπούν τις εκατοντάδες διαμαρτυρίες και τις κινητοποιήσεις των εργαζομένων και των φοιτητών ή να αναζητούν ευκαιρία, μια κατάληψη, μια πέτρα, μια μολότοφ, για να δείξουν πλάνα με φωτιές και ξύλο, να καταδικάσουν τη βία των διαδηλωτών, των αναρχικών, των καταληψιών και οπωσδήποτε του ΣΥΡΙΖΑ.

Πόση λάσπη δεν έφαγαν οι λιμενεργάτες στον Πειραιά από τα πρωινάδικα. Πόσο διασύρθηκαν οι εκπαιδευτικοί που διδάσκουν σε σχολεία που χτίζονται σαν φυλακές ενηλίκων. Πόσο θάψιμο υπέστησαν οι κάτοικοι της Κερατέας που κανένα κανάλι δεν έδειχνε τον αγώνα τους επί τέσσερις μήνες που η περιοχή τους ήταν αστυνομοκρατούμενη.
Και ξέρω γιατί το περνάω. Γιατί, εκτός από την περιέργεια μη χάσω κάτι, και την επιλογή να βιώνω τα ίδια με τον απλό τηλεθεατή για να μην είμαι αλλού, έχω αναπτύξει κι εγώ ένα μαζοχισμό, μαζί με όλο το φιλοθεάμον κοινό, που στηρίζει και καταναλώνει παθητικά αυτού του είδους την «ενημέρωση».
Εκατοντάδες φορές έβγαλαν στις εκπομπές τους τα κυβερνητικά στελέχη, εκατοντάδες!, για να κάνουν πλύση εγκεφάλου στον κόσμο, για να περάσει η πολιτική της κυβέρνησης μέσα από τη διαρκή επανάληψη, μέσα από τη νομιμοποίηση της κρατικής τρομοκρατίας, μέσα από την επικοινωνιακά αξεπέραστη ισχύ της τηλεόρασης.
Και τώρα, που άρχισαν κάπως να ανησυχούν, όχι για τη χώρα, αλλά για την πάρτη τους και για τους εργοδότες τους, το γυρίζουν στην αντιπολίτευση. Πολύς πόνος για τον μεροκαματιάρη, τον συνταξιούχο και τον άνεργο. Τώρα, που δεν φωνάζει μόνο η δύσμοιρη Αριστερά, η κατασυκοφαντημένη, τώρα που σιγά σιγά βγαίνουν από τα σπίτια τους και οι ανοργάνωτοι, τώρα που ξαναβρίσκουν κάπως τις αισθήσεις τους από τα αλλεπάλληλα πλήγματα οι μικρομεσαίοι, τώρα που τα ποσοστά των κομμάτων κατολισθαίνουν, τώρα που βγήκαν στα Προπύλαια και οι πνευματικοί φανοστάτες της εξουσίας, οι πανεπιστημιακοί, ο Παπαδιάς, ο Καμπουρέας κι ο Λυρονόμου τρέχουν να σώσουν τη χώρα και το Κοινοβούλιο, για το οποίο είδα ιδιαίτερα ανήσυχο τον Ποντικίφικα Αντώνη Δελλατόλα, που αποδοκίμαζε ξανά και ξανά το κράξιμο που έφαγαν οι βουλευτές στο Σύνταγμα.
Μέχρι την περασμένη βδομάδα, βγάζανε τους Χρυσαυγίτες στα παράθυρα χωρίς χρονικούς περιορισμούς για να χύνουν κι άλλο δηλητήριο στην κοινωνία. Με μεγάλη ικανοποίηση, δημιουργούσαν ευκαιρίες για να ταπεινώσουν τους αριστερούς και τους διανοούμενους. Και τώρα, ως δια μαγείας, και ο λαντζέρης έχει μερίδιο στα πρωινάδικα, και η άνεργη νηπιαγωγός. Τους μιλάνε και στον πληθυντικό, γιατί ξαφνικά έγιναν αξιοσέβαστοι. Αλλά κι όταν το κάνουν, μερικοί δεν μπορούν να κρατηθούν! Ο Καμπουράκης ξέσπασε σε μια γυναίκα που μιλούσε ωραία και λογικά για το χουνέρι που υπέστη ο Πεταλωτής στην Αργυρούπολη.
Θα μου πεις, κάλλιο αργά παρά ποτέ. Ναι, βέβαια, αρκεί να μην ξεχνάμε ότι οι εργοδότες της ανεξάρτητης δημοσιογραφίας πρώτα τη γούνα τους θέλουν να προστατεύσουν. Εξάλλου, προτιμάνε τους αγαναχτισμένους πολίτες που μπορεί και να κουραστούνε, από τους επίμονους αριστερούς που δεν βγαίνουνε μόνο όταν έχει ήλιο, αλλά κι όταν ρίχνει καλαπόδια ή δακρυγόνα!

 

Βαράτε τους εκεί που πονάνε!

Σε πρώτη φάση, Τρόικα, Παπανδρέου και Καναλάρχες ρίξανε τους πεπειραμένους καρχαρίες να φάνε το πόπολο! Ποιος μπορεί να τα βγάλει πέρα σε μια μονομαχία στην τηλεοπτική αρένα με τον βαρύγδουπο Πάγκαλο, που στην καθισιά του θέλει τρεις πανεπιστημιακούς για ορεκτικό! Ποιος μπορεί να τα βγάλει πέρα με έναν Πρετεντέρη, μία Τρέμη, έναν Καψή κι ένα Ρέπα ή ένα Λοβέρδο, ταυτόχρονα;
Αλλά τώρα, τα κανάλια δίνουνε περισσότερο λόγο στους δευτεροκλασάτους. Οι πρωτοκλασάτοι ψιλοκάηκαν. Έμπειροι και αδίστακτοι, ήταν χρήσιμοι για να περάσει με τρομοκρατία το πρώτο πακέτο μέτρων. Ίσως επανέλθουν αργότερα. Ίσως και μερικοί να μαζεύτηκαν αυτοβούλως, τώρα που αρχίζουν οι σφαίρες να πέφτουν σαν το χαλάζι! Ούτε σε ένα εστιατόριο πολυτελείας δεν μπορούν να φάνε ήσυχοι! Και δεν είναι για τα ξεφωνήματα και τα γιαουρτώματα. Κανένα τρελαμένο μάγειρα φοβούνται που θα τους βάλει ποντικοφάρμακο στο ψαρονέφρι! (Σημ. Επειδή το ποντικοφάρμακο σκοτώνει, προτείνω διπλή δόση καθαρτικού, με ταυτόχρονη «βλάβη» στις τουαλέτες!)
Θα προτιμούσα πάντως, οι πολίτες σε κάθε εκλογική περιφέρεια να οργάνωναν καμπάνιες ενημέρωσης των ψηφοφόρων για τις θέσεις και τα έργα του κάθε εκλεγμένου βουλευτή τους χωριστά. Τι ψήφισε στη Βουλή και τι δεν ψήφισε, τι θέση πήρε για το Μνημόνιο, τι θέση παίρνει για τη μείωση των μισθών και των συντάξεων, για τη χαριστική εκποίηση της δημόσιας περιουσίας, για τις περικοπές στην εκπαίδευση, για όλα. Με φυλλάδια για το «έργο» του κάθε βουλευτή, με τη φωτογραφία του, με το διαδίκτυο και πόρτα-πόρτα. Να ξέρει ακριβώς ο κόσμος για την ποιότητα του καθενός, κι από κει και πέρα να αναλάβει ο κάθε πολίτης τις ευθύνες του απέναντι στην κοινωνία και την οικογένειά του. Να μην αφήσουμε χώρο για νέα εξαπάτηση των πολιτών από τους βουλευτές που τους ξεπούλησαν μπιρ παρά! Να τους επικηρύξουν οι ψηφοφόροι τους, έναν-έναν ονομαστικά!
Κάτι απίθανα όντα, καθυστερημένοι τριτοκοσμικοί γιάπις, υπάλληλοι διεθνών τοκογλύφων, υπερεθνικοί, με τις ιδιότητες υφυπουργών, γραμματέων, επενδυτικών συμβούλων και οικονομολόγων υποψηφίων για νόμπελ υποτέλειας, προσπαθούν να διαγράψουν τη μνήμη μας και να δικαιολογήσουν τα αδικαιολόγητα με απύθμενο θράσος, αλαζονεία και προκλητικότητα. Η αποθέωση του κυνισμού! Μια Ξαφά, ένας Μόσιαλος, μια Χριστοφιλοπούλου! Μια στρατιά ολάκερη ανασύρθηκε από τις εφεδρικές αποθήκες του συστήματος για να μην χάσουν τα λεφτά τους οι διεθνείς τοκογλύφοι! Χρόνια τούς ετοίμαζαν στα αμερικάνικα πανεπιστήμια.
Αλλά τώρα, σφίγγουν οι πρωκτοί, γιατί χιλιάδες αδέσποτοι στις πλατείες δεν θέλουν να δουν τηλεόραση. Με πράσινα λέιζερ (όπως «οι χούλιγκαν των γηπέδων» κατά τον Οικονομέα) πυροβολούν τις κάμερες που είναι στημένες όσο πιο ψηλά γίνεται για να μην τις φτάνουν οι πέτρες! Με τα μηχανάκια που πουλάνε οι Μπανγκλαντεσιανοί, παίρνοντας μια μικρή εκδίκησή για την τηλε-φασιστο-αστυνο-τρομοκρατία εναντίον φτωχών και ανυπεράσπιστων μεταναστών.

Όλα εδώ πληρώνονται!
Μουντζώνων,
Γκαούρ

 

 

[H φωτογραφία -Ρεμπέτικα εναντίον Μνημονίου, στις 29 Μαΐου- είναι του Στέλιου Ελληνιάδη]
Σημείωση :
Στη φοβερή μπάντα μπουζουκομπαγλαμάδων, που στήθηκε στα σκαλάκια της πλατείας Συντάγματος, συμμετείχαν πολλοί γνωστοί και σπουδαίοι οργανοπαίκτες,  σαν τον δεξιοτέχνη Γιάννη Παπαβασιλείου (Βλάχος) και τον πανεπιστημιακό Γιάννη Κοντογιάννη.]
 
 
 ΔΗΜΟΣΙΕΥΤΗΚΕ  :

 φ. 68, 4 Ιουνίου 2011 

Φωνή λαού

Φωνή λαού

«Δυο πόρτες έχει η ζωή· άνοιξα μια και μπήκα· σεργιάνισα ένα πρωινό κι ώσπου να ‘ρθεί το δειλινό, από την άλλη βγήκα…» Αυτούς τους «κοινότοπους» στίχους της Παπαγιαννοπούλου ακούγαμε από τον Καζαντζίδη, τέλη δεκαετίας ’50, στην Κοκκινιά.

 Τραγούδια «βαριά». Απ’ τα οποία κάποια θα ακουστούν στις συναυλίες που είναι αφιερωμένες στη φωνή του, σε Αθήνα (18/9) και Θεσσαλονίκη (23/9).

Στις οικοδομές η λάσπη ανέβαινε ορόφους με τους ντενεκέδες. Τα παλικάρια με τα μουντζουρωμένα χέρια που ρίχνανε τα ζάρια στο τάβλι του καφενείου ήτανε παιδιά της γειτονιάς. Και η φυματίωση βασάνιζε ταλαιπωρημένους από την Κατοχή νοικοκυραίους. Σχεδόν κάθε σπίτι είχε μία ιστορία τραγική.

Με θύματα από τον Εμφύλιο και εξορισμένους στην άγονη γραμμή και στο «σιδηρούν παραπέτασμα», χιλιάδες ξεριζωμένοι από τις ορεινές εκκαθαριστικές επιχειρήσεις του εθνικού στρατού βρέθηκαν δίπλα στους μικρασιάτες πρόσφυγες που ακόμα δεν είχαν δώσει αντιπαροχή τα ασπρισμένα σπίτια τους στην Καισαριανή. Αυτό ήταν το ακροατήριο για το οποίο ο Καζαντζίδης τραγουδούσε λαϊκά, δημοτικά, αμανέδες και τούρκικα τραγούδια.

 

Ο πόνος έβρισκε έκφραση

«Γειτονιά μου αγαπημένη, κι αν οι μπόρες σε χτυπήσαν, τα χαμόγελα δεν σβήσαν· αντηχείς από τραγούδια σαν γυρνούν απ’ τη δουλειά παλικάρια και κοπέλες που δουλεύουνε σκληρά…»

Το συναίσθημα ξεχείλιζε. Η μάνα ήταν ιερή. Ο χωρισμός ήταν προδοσία και συντριβή. Γυναίκες και παιδιά βουρκώνανε βλέποντας ελληνικές και ινδικές ταινίες σε εκατοντάδες κινηματογράφους, οι νέοι ερωτεύονταν με όρκους αιώνιας πίστης που έφταναν σε αυτοκτονίες και φονικά. Οι κηδείες έμοιαζαν αρχαία τραγωδία, με κραυγές και μοιρολόγια.

Στις αλάνες, τα παιδιά παίζανε μπάλα, γκαζάκια και πετροπόλεμο. Στα λιμάνια και τους σταθμούς, μαυροντυμένες αποχαιρετούσαν τους «τυχερούς» που μετανάστευαν για τις φάρμες της Αυστραλίας και τις φάμπρικες της Γερμανίας με λευκά μαντίλια, ευχές και προσευχές.

Οι εργατικές διεκδικήσεις αντιμετωπίζονταν με βία και οι απόφοιτοι σχολείων και πανεπιστημίων χωρίς άμεμπτο πιστοποιητικό κοινωνικών φρονημάτων αποκλείονταν από το Δημόσιο και υπηρετούσαν τη θητεία τους σκάβοντας λαγούμια στα σύνορα της χώρας…

Τραγουδώντας γι’ αυτά, ήταν τόσο μεγάλη η απήχηση του Καζαντζίδη, που οι δημιουργοί διάλεγαν τα θέματά τους όχι μόνο επειδή αντιστοιχούσαν στην κοινωνική πραγματικότητα, αλλά επειδή υπήρχε και ο γνήσιος εκφραστής της. Χωρίς τον Καζαντζίδη θα γράφονταν λιγότερα τραγούδια για την ξενιτιά, τη φτώχεια και τα βάσανα των ανθρώπων.

«Πικρό σαν δηλητήριο είναι το διαβατήριο, μα όταν ζεις δίχως ελπίδα όπου γης είναι πατρίδα…»

Αυτά ήταν τα πολιτικά τραγούδια την εποχή της μετεμφυλιακής τρομοκρατίας. Υπογράμμιζαν με τα πιο μελανά χρώματα τις συμφορές. Ταυτόχρονα έδιναν συνοχή στον κόσμο με βάση τα κοινά προβλήματα και τον ανακούφιζαν…

«Αυτοί που λένε πως είν’ ωραία η ζωή, δεν έχουν κάνει με τα βάσανα παρέα, δεν έχουν νιώσει αδικία τι θα πει κι έχουνε δίκιο για να λεν πως είν’ ωραία…»

Η αλήθεια αυτού του κόσμου που το αίμα του έβραζε από ζωή ή από ζόρι τροφοδοτούσε τα τραγούδια και ανύψωνε τον πόνο και τον αναστεναγμό σε ποίηση. Ποτέ δεν απασχόλησε τον Χρήστο Κολοκοτρώνη ή την Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου τι σκέφτονταν οι πέρα από τον κοινωνικό φράχτη επικριτές των στίχων τους, όπως δεν απασχόλησε τον Βαμβακάρη ή τον Τζον Λι Χούκερ και τον Τζέιμς Μπράουν που έφτιαχναν με την ίδια «οχληρή» απλότητα τα «μαύρα» τραγούδια πολύ πριν αναγνωριστεί η αξία τους από λευκούς διανοούμενους που τα αξιολόγησαν και τα ενέταξαν στην αμερικάνικη κουλτούρα.

«Στα ξένα εργοστάσια, δουλεύω σαν το σκύλο, μανούλα μου κι αγάπη μου, λεφτά για να σας στείλω. Περνάω μέρες θλιβερές και νύχτες όλο κλάμα και τότε μόνο χαίρομαι, αχ, όταν λαβαίνω γράμμα…»

Καταλαβαίνει κανείς το χλευασμό της «άλλης πλευράς» γι’ αυτό το «γράμμα» που παίζεται με «τουρκομερίτικα» μπουζούκια και χορεύεται σε καπελειά που συχνάζουν οι βαρελόφρονες που τόσο αυτοσαρκαστικά πρωταγωνιστούν στις γελοιογραφίες του Αρχέλαου και του Χριστοδούλου.

Αναζητώντας πηγές αισιοδοξίας σε μαύρες μέρες, παρεξήγησαν τον Καζαντζίδη ως εκφραστή της μοιρολατρίας και στελέχη της αριστεράς. Αλλά, στη δεκαετία του ’50, οι άνθρωποι ούτε πολεμούσαν στο βουνό με την ελπίδα της νίκης, ούτε έχτιζαν τον σοσιαλισμό.

Ηταν ηττημένοι. Και η λογοκρισία ήταν αυστηρή. Πώς θα μπορούσε, λοιπόν, το τραγούδι να είναι «αισιόδοξο»! Εξάλλου, δεν είναι στο ίδιο πνεύμα, και σε μουσικές ανάλογου ύφους του Μίκη, η «Δραπετσώνα», το «Παράπονο», ο «Μετανάστης» και ο «Καημός» των εξαίρετων ποιητών της αριστεράς Τάσου Λειβαδίτη και Δημήτρη Χριστοδούλου;

Σ’ αυτό τα πλαίσιο, σπουδαίοι οργανοπαίχτες, ενορχηστρωτές, συνθέτες και στιχουργοί που δημιούργησαν τον κύριο όγκο του ρεπερτορίου του Καζαντζίδη υποβαθμίστηκαν ή αγνοήθηκαν:  Θ. Δερβενιώτης, Μπ. Μπακάλης, Γ. Λαύκας, Β. Καραπατάκης, Γ. Τατασόπουλος, Γ. Σταματίου, Γ. Καραμπεσίνης, Στ. Μακρυδάκης, Στ. Χρυσίνης, Α. Αθανασίου, Η. Ποτοσίδης, Γ. Παλαιολόγου, Δ. Γκούτης, Γ. Σαμολαδάς, Ι. Βασιλόπουλος, Η. Παπασιδέρης, Ν. Μουρκάκος, Ε. Ατραΐδης, Γ. Κλουβάτος, Στ. Βαρτάνης, Β. Βασιλειάδης, Ν. Πετρίδης κ.ά..

Προβλήθηκαν μόνο όσοι συνεργάστηκαν και με έντεχνους συνθέτες, όπως ο Κ. Βίρβος, η Ευτ. Παπαγιαννοπούλου, ο Πυθαγόρας και οι σολίστες Κ. Παπαδόπουλος και Λ. Καρνέζης. Ετσι λειτούργησε το «σύστημα» με ευθύνη και των τραγουδιστών, του Καζαντζίδη μη εξαιρουμένου. Οι δε εταιρείες δεν πίστεψαν στη διαχρονική αξία του λαϊκού τραγουδιού. Απόδειξη ότι δεν κρατούσαν αρχεία και όλες οι ανατυπώσεις στη μεταπολίτευση έγιναν από δίσκους ιδιωτικών συλλογών!

 

Το τραγούδι απελευθέρωνε

«Αυτή η νύχτα μένει που θα ‘μαστε μαζί…»

Ο Καζαντζίδης οφείλει τη δημοτικότητά του και στην ερωτική πλευρά της ζωής και των τραγουδιών του, που περιλαμβάνουν συνθέσεις Καλδάρα, Τσιτσάνη, Μητσάκη κ.λπ. και επιτυχίες με ονόματα γυναικών, πολυπολιτισμικά: «Μαντουμπάλα», «Ζιγκουάλα», «Φαράχ», «Μανώλια», «Μαρίνα»…

Ρούμπες, τσιφτετέλια και ζεϊμπέκικα, ρετσίνα, γλέντια και συντροφικότητα στη φτωχή Ελλάδα αντί για ηρεμιστικά χάπια που κάνουν θραύση στην ευημερούσα Δύση στη δεκαετία του ’50. Ηταν ξένη εδώ η προτεσταντική αισθητική και ηθική που συνιστούσε εγκράτεια και αποδοκίμαζε ως άξεστους ή αμαρτωλούς όσους εκφράζονταν αυθόρμητα και ανοιχτόκαρδα. Στην Ελλάδα, το τραγούδι ήταν συναισθηματικά απελευθερωτικό.

«Και σιδερένια να είχα καρδιά, θα είχε λιώσει σε τέτοια φωτιά…»

Στην αρχή της δεκαετίας του ’60, όταν τραγουδάει Χατζιδάκι και Θεοδωράκη, ο Καζαντζίδης είναι στα φόρτε του με επιτυχίες που λιώνουν τις βελόνες του πικάπ από τη Θεσσαλονίκη και τη Στουτγάρδη ώς τη Μελβούρνη και το Πίτσμπουργκ. Κι αυτός είναι ίσως ο λόγος που οι έντεχνοι δεν επενδύουν πάνω του. Παρόλο που οι ερμηνείες του είναι αξεπέραστες, σφραγίζει τα τραγούδια τους με τη δική του προσωπικότητα.

 

Ηξερε πώς να τα ερμηνεύσει

Ακούγοντας τα τραγούδια της «Καταχνιάς» του Λεοντή συνειδητοποιεί κανείς πόσο «ατυποποίητος» είναι ο Καζαντζίδης. Κλαίει εκεί όπου πρέπει να κλάψει, γελάει εκεί όπου πρέπει να γελάσει. Και στο «Πέλαγο είναι βαθύ» του Χατζιδάκι, η ερμηνεία του κεντάει όλα τα νοήματα του τραγουδιού με την πιο λεπτή ψυχική, διανοητική και καλλιτεχνική κλωστή.

Δύσκολα θα βρει κανείς σε παγκόσμιο επίπεδο έναν ερμηνευτή με όλα τα προσόντα του Καζαντζίδη, στον οποίο ανιχνεύονται ίχνη από την ανατολίτικη γλύκα του Ζεκί Μουρέν, τη χρωματισμένη εκφραστικότητα του Χάρι Μπελαφόντε, την αρχοντιά του Κάρλος Γαρδέλ, το βάθος της Ουμ Καλσούμ, τη μελωδικότητα του Νατ Κινγκ Κόουλ, το δυνατό πάθος της Τζάνις Τζόπλιν, την αμεσότητα του Μάρκου Βαμβακάρη, τη φωνητική καθαρότητα του Στράτου Παγιουμτζή, τη γοητεία του Μανώλη Χιώτη, την ψαλτική λιτότητα του Θρασύβουλου Στανίτσα, την αδιαλλαξία του Ακη Πάνου, τη μαγκιά του Στράτου Διονυσίου, τον πόνο της Ελένης Βιτάλη, τη θηλυκότητα της Χαρούλας Αλεξίου και το πείσμα ενός ξεροκέφαλου Πόντιου!

«Δεν με θαμπώνουν οι ουρανοξύστες, δεν με πλανεύουν πλούτη και λεφτά…»

Αυτό το πολυσύνθετο καλλιτεχνικό προφίλ δεν είναι το μόνο χαρακτηριστικό που τον κάνει να διαφέρει από το «σινάφι». Δεν προσπάθησε ποτέ να αρέσει σε όλους, όπως έκαναν οι φιλόδοξοι τραγουδιστές ακολουθώντας μόδες και λάιφσταϊλ. Δεν έκανε συμψηφισμούς με το ρεπερτόριό του (πότε λαϊκό-πότε μοντέρνο), δεν ελίχθηκε σε διαφορετικά ταμπλό (μία Μπουζούκια-μία Μέγαρο), δεν μετακόμισε στις ακριβές συνοικίες ούτε άλλαξε κοινωνικό περίγυρο. Εμεινε συνεπής σε έναν κόσμο μη προνομιούχων, τον οποίο δεν άφησε ποτέ έξω από την πόρτα. Είναι ο μόνος που η αντιδικία του με την εταιρεία τού στοίχισε πολυετή αποκλεισμό από τη δισκογραφία. Και είναι από τους πρώτους καλλιτέχνες παγκοσμίως που προσπάθησαν να φτιάξουν ανεξάρτητη εταιρεία.

Ακόμα και η εκδήλωση των γήινων αδυναμιών του υπογράμμιζε τη λαϊκή του υπόσταση. Είναι δε χαρακτηριστικό ότι η τελευταία φάση της ζωής του ελάχιστα διαφέρει από την πρώτη κι ας έχει μεσολαβήσει μισός αιώνας! Αφήνει, μάλιστα, θαυμάσια σύγχρονα τραγούδια, όπως αυτά των Τάκη Σούκα, Θανάση Πολυκανδριώτη, Βασίλη Παπαδόπουλου, Νίκου Λουκά κ.ά., που περιλαμβάνονται στο δίσκο «Ελεύθερος», το 1988.

Αυτή η οριοθετημένη στάση ζωής που ενσωματώνεται στις ερμηνείες του είναι ο ατομικός του κώδικας που δεν αντιγράφεται και τον καθιστά μοναδικό και ανεπανάληπτο. Πώς αλλιώς να εξηγήσει κανείς το γεγονός ότι, μέχρι σήμερα, από τόσο πολλούς καλούς τραγουδιστές με καλό ρεπερτόριο και με τεράστια υποστήριξη από εταιρείες, κρατικούς φορείς και ΜΜΕ, κανένας άλλος δεν ανακηρύχτηκε από το λαό ισάξιός του!

Στέλιος Ελληνιάδης

 
 
Σημείωση :  Με πρωτοβουλία της Μαρινέλλας, θα πραγματοποιηθούν οι δύο συναυλίες αφιερωμένες στον Καζαντζίδη με τίτλο «Η φωνή ζει» σε Αθήνα (18/9, Καλλιμάρμαρο Στάδιο) και Θεσσαλονίκη (23/9, Καυταντζόγλειο Στάδιο) με σκοπό τα έσοδα να διατεθούν για την ανέγερση «Πτέρυγας Στέλιου Καζαντζίδη» στο Κέντρο Δημιουργικής Απασχόλησης Παιδιών με Αναπηρία «Η Αρωγή». Θα τραγουδήσουν οι Χάρις Αλεξίου, Γλυκερία, Μαρινέλλα, Δημήτρης Μητροπάνος, Γιώργος Νταλάρας και Πασχάλης Τερζής, με τη σκηνοθετική επιμέλεια του Σταμάτη Φασουλή. Τιμή εισιτηρίου 15 ευρώ.
ΔΗΜΟΣΙΕΥΤΗΚΕ: ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ-Επτά,  Κυριακή 6 Σεπτεμβρίου 2009